Η περιοδοντική νόσος είναι μια χρόνια φλεγμονώδης νόσος η οποία προβάλει τους περιβάλλοντες και στηρικτικούς ιστούς των δοντιών.
Όταν δεν θεραπεύεται καταλήγει σε γενικευμένη φλεγμονή των περιοδοντικών ιστών και σε απώλεια των δοντιών. Είναι νόσος μικροβιακής αιτιολογίας: Φλεγμονώδης αντίδραση των περιοδοντικών ιστών απέναντι σε βακτήρια της μικροβιακής πλάκας και τα προϊόντα τους.
Η συσχέτιση της περιοδοντικής νόσου με συγκεκριμένες παθολογικές καταστάσεις, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, είναι εδραιωμένη εδώ και πολλά χρόνια. Πληθώρα μελετών όμως τελευταία έχουν συσχετίσει την περιοδοντίτιδα και με άλλες σοβαρές και ιδιαίτερα συχνές καταστάσεις, με κυριότερες τα καρδιαγγειακά νοσήματα και επιπλοκές της κύησης. Υπάρχουν ακόμη ενδείξεις για πιθανή συσχέτιση με χρόνια αναπνευστικά νοσήματα, το έλκος ρευματικές νόσους και νεφροπάθειες.
Ένας πιθανός τρόπος που εξηγεί αυτή την συσχέτιση, είναι λόγω της μικροβιακής εισβολής στην κυκλοφορία του αίματος των βακτηρίων μέσω των προσβεβλημένων περιοδοντικών ιστών. Άλλος πιθανός τρόπος είναι ο έμμεσος, της επίδρασης δηλαδή των προϊόντων της περιοδοντικής φλεγμονής στο υπόλοιπο σώμα.
Παρ’ ότι για να επιβεβαιωθούν απόλυτα αυτές οι σχέσεις απαιτούνται ακόμα αρκετές μελέτες, είναι φανερό πως οι ασθενείς θα πρέπει να είναι ενήμεροι για την πιθανή συσχέτιση και τα πιθανά συστηματικά οφέλη από την περιοδοντική θεραπεία.
Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια νόσος που επηρεάζει τον μεταβολισμό των υδατανθράκων, των λιπών και των πρωτεϊνών, με κύριο αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία).Είναι ιδιαίτερα συχνή νόσος, αφού φθάνει μέχρι και το 10% του πληθυσμού στις δυτικές χώρες, ενώ ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών δεν έχουν διαγνωστεί. Τα ποσοστά εμφάνισης αναμένεται να αυξηθούν, λόγω αύξησης του μέσου όρου ηλικίας αλλά και του τρόπου ζωής.
Ο σακχαρώδης διαβήτης (ΣΔ) , όταν δεν ρυθμίζεται ικανοποιητικά , προκαλεί μια σειρά διαταραχών και επιπλοκών σε πολλούς ιστούς και όργανα. Μεταξύ αυτών είναι και το περιοδόντιο. Είναι απόλυτα τεκμηριωμένο εδώ και δεκαετίες ότι ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη εμφανίζουν αυξημένη συχνότητα περιοδοντικής νόσου, αυξημένο ρυθμό και βαρύτητα περιοδοντικής καταστροφής, συχνότερες επιπλοκές όπως περιοδοντικά αποστήματα (αποστήματα στα ούλα) και χειρότερη επούλωση μετά από περιοδοντική θεραπεία. Σήμερα πλέον η περιοδοντική νόσος θεωρείται μια από τις επιπλοκές του σακχαρώδη διαβήτη και οι ασθενείς με ΣΔ θα πρέπει να εξετάζονται από περιοδοντολόγο. Ο βασικός αιτιολογικός παράγοντας της περιοδοντίτιδας στους ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη εξακολουθεί να είναι η μικροβιακή πλάκα.
Ο ΣΔ επιδρά δευτερογενώς επιβαρύνοντας την περιοδοντική νόσο και δυσχεραίνοντας την επούλωση. Ασθενείς πάντως που ρυθμίζουν ικανοποιητικά τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα παρουσιάζουν κανονική επούλωση παρόμοια με τους μη διαβητικούς ασθενείς.
Ιδιαίτερο βάρος έχει και πρέπει να τονιστεί η αμφίδρομη σχέση περιοδοντίτιδας και σακχαρώδη διαβήτη. Όχι μόνο ο ΣΔ επιβαρύνει την περιοδοντίτιδα, αλλά και η περιοδοντίτιδα, σα χρόνια φλεγμονώδης νόσος με τη σειρά της επιβαρύνει τον σακχαρώδη διαβήτη, αυξάνοντας τα επίπεδα σακχάρου και δυσχεραίνοντας την μετέπειτα ρύθμιση. Παρά το ότι ο αριθμός των μελετών είναι σχετικά μικρός, δείχνουν ξεκάθαρα θετική επίδραση της περιοδοντικής θεραπείας στην ρύθμιση του επιπέδου σακχάρου όπως φαίνεται από την μέτρηση των επιπέδων γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HbA1c )στους ασθενείς αυτούς.
Είναι απόλυτα τεκμηριωμένο σήμερα πως το κάπνισμα είναι από τους βασικούς παράγοντες επιβάρυνσης της περιοδοντικής νόσου και όχι μόνο φυσικά. Οι καπνιστές εμφανίζουν μεγαλύτερη συχνότητα περιοδοντίτιδας, αυξημένο βαθμό οστικής καταστροφής γύρω από τα δόντια και οπωσδήποτε φτωχότερα αποτελέσματα στο αποτέλεσμα της περιοδοντικής θεραπείας. Το αποτέλεσμα είναι δοσοεξαρτώμενο :σχετίζεται με τον αριθμό και το είδος των τσιγάρων, το χρόνο καπνίσματος κ.τ.λ.
Στον καπνό υπάρχουν περίπου 4000 γνωστές ουσίες, μεταξύ των οποίων μονοξείδιο του άνθρακα, υδροκυάνιο, πολλά καρκινογόνα και βέβαια, πίσσα και νικοτίνη.
Τα βλαπτικά αποτελέσματα στους περιοδοντικούς ιστούς είναι τόσο άμεσα, από την απευθείας επαφή του καπνού με τα ούλα αλλά και έμμεσα, μέσω της κυκλοφορίας του αίματος. Οι ουσίες αυτές έχουν σοβαρή επίπτωση στο ανοσοποιητικό σύστημα, που είναι υπεύθυνο για την άμυνα των περιοδοντικών ιστών απέναντι στην μικροβιακή πλάκα. Έχουν επίσης βλαπτική επίδραση πάνω σε αμυντικά κύτταρα των ιστών του περιοδοντίου που δεν μπορούν έτσι να εξουδετερώσουν αποτελεσματικά τα υπεύθυνα βακτήρια για την περιοδοντική νόσο. Ευθύνονται ακόμη για μειωμένη αγγείωση των περιοδοντικών ιστών και άρα χειρότερη θρέψη.
Τέλος το κάπνισμα έχει αποδειχθεί πλήρως ότι σχετίζεται με κακή επούλωση μετά από συντηρητική ή χειρουργική περιοδοντική θεραπεία , τεχνικές ανάπλασης των ιστών και εμφυτεύματα. Τα ποσοστά επιβίωσης των εμφυτευμάτων είναι σαφώς φτωχότερα, ιδιαίτερα σε βαρείς καπνιστές
Από πολύ παλιά είναι γνωστό ότι πολλές έγκυες εμφανίζουν διαταραχές από τα ούλα τους. Συχνά στις εγκύους τα ούλα, εμφανίζονται πολύ κόκκινα, αιμορραγικά ενώ κάποιες φορές εμφανίζονται μικρά ογκίδια που αιμορραγούν εύκολα. Αυτή η κατάσταση είχε περιγραφεί παλαιότερα σαν «ουλίτιδα εγκυμοσύνης» .
Παρόμοια εικόνα, λιγότερα έντονη όμως, μπορεί να εμφανιστεί στην εφηβεία ή λίγο πριν την έμμηνο ρύση.
Οι αλλαγές αυτές συμβαίνουν γιατί ο ορμόνες, οιστρογόνα και προγεστερόνη που αυξάνονται πολύ κατά την εγκυμοσύνη, διεγείρουν τα ούλα τα οποία αντιδρούν πολύ έντονα στην παρουσία μικροβιακής πλάκας. Η πρόληψη, η σωστή στοματική υγιεινή και η περιοδοντική θεραπεία, η οποία είναι απόλυτα ασφαλής θα διορθώσουν το πρόβλημα.
Τα τελευταία χρόνια, υπάρχουν αρκετές ενδείξεις πως η παρουσία περιοδοντικής νόσου κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να έχει σημαντικότερες συνέπειες.
Είναι αποδεδειγμένο πλέον πως η περιοδοντική νόσος μπορεί να έχει επιπτώσεις πέρα από τους ιστούς του περιοδοντίου. Από την άλλη, επιπλοκές της κύησης όπως η πρόωρη γέννηση, τα ελλιποβαρή νεογνά με σημαντικό βάρος κάτω των 2500 gr και τα πολύ ελλιποβαρή νεογνά με σημαντικό βάρος κάτω των 1500 gr και η προεκλαμψία αποτελούν σοβαρό πρόβλημα ακόμη και στις ανεπτυγμένες χώρες. Ο πρόωρος τοκετός για παράδειγμα, γέννηση πριν τις 37 εβδομάδες κύησης, συμβαίνει περίπου στο 10% των κυήσεων στο δυτικό κόσμο και σχετίζεται με αυξημένη νοσηρότητα και θνητότητα του νεογνού, σωματικές και διαταραχές και αιφνίδιο βρεφικό θάνατο.
Παράγοντες που ήταν ήδη γνωστοί και σχετίζονται με τις παραπάνω επιπλοκές είναι η ηλικία της μητέρας (κάτω των 18), χρήση φαρμάκων και αλκοόλ, το κάπνισμα, γενετική προδιάθεση. Παρά του ότι έως και 50 % των επιπλοκών κύησης συμβαίνουν χωρίς απόλυτα γνωστή αιτιολογία, υπάρχουν αποδείξεις ότι μολύνσεις-λοιμώξεις και η συνοδή φλεγμονώδης αντίδραση της εγκύου παίζουν σημαντικό ρόλο.
Η περιοδοντίτιδα είναι χρόνια φλεγμονώδης νόσος που χαρακτηρίζεται από περιόδους εξάρσεων. Για το λόγο αυτό από την δεκαετία του 1990 άρχισε να ερευνάτε η πιθανότητα η περιοδοντίτιδα να είναι παράγοντας κινδύνου για επιπλοκές της κύησης. Παρά του ότι υπάρχουν αντικρουόμενα συμπεράσματα και χρειάζονται ακόμη αρκετές μελέτες, φαίνεται από κάποιες έρευνες ισχυρή συσχέτιση. Ανάλογα με τη μελέτη βρέθηκε από 2 έως 20 φορές μεγαλύτερος κίνδυνος επιπλοκών κύησης με την παρουσία περιοδοντίτιδας. Φαίνεται ότι κατά την περιοδοντική νόσο τα βακτήρια, ή τα προϊόντα της φλεγμονής επιδρούν συστηματικά στον οργανισμό της μητέρας και δημιουργούν αυτές τις επιπλοκές.
Τα καρδιαγγειακά νοσήματα αποτελούν μια ομάδα παθολογικών καταστάσεων με διάφορες εκδηλώσεις και κυριότερες εκπροσώπους τη στεφανιαία νόσο και τα αγγειακά εγκεφαλικά. Στο σύνολό τους προκαλούνται από την αθηροσκλήρωση και βασικοί παράγοντες κινδύνου είναι η ηλικία, το κάπνισμα, η υπερχολιστεριναιμία ιδιαίτερα της LDL λιποπρωτεΐνης, το stress και φλεγμονώδης παράγοντες.
Τα καρδιαγγειακά νοσήματα αποτελούν ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα της εποχής μας, αφού αποτελούν την πρώτη αιτία θανάτου στον δυτικό κόσμο.
Από παλαιά λεγόταν πως το στόμα είναι ο καθρέπτης της υγείας. Το 1989 έγινε η πρώτη δημοσίευση η οποία συσχέτιζε την κακή στοματική υγεία με αυξημένο ποσοστό καρδιακής προσβολής. Από τότε η σχέση περιοδοντικής νόσου και καρδιαγγειακών νοσημάτων (ΚΑΝ) έχει μελετηθεί εκτενώς. Γνωρίζουμε σήμερα πως η περιοδοντική νόσος είναι από τους πιθανούς παράγοντες κινδύνου εμφάνισης ΚΑΝ. Ασθενείς με μέτρια έως βαρειά περιοδοντίτιδα εμφανίζουν έως 3 φορές μεγαλύτερες πιθανότητες στεφανιαίας νόσου και εμφράγματος. Φαίνεται πως η περιοδοντική νόσος σχετίζεται με την δυσλειτουργία των αγγείων και την ανάπτυξη αθηροσκλήρωσης, πιθανά μέσω της αύξησης του μικροβιακού φορτίου και του φορτίου της φλεγμονής στα ευπαθή άτομα. Έχει σαφώς αποδειχθεί πως η περιοδοντική νόσος αυξάνει τους βιολογικούς δείκτες του αίματος, όπως η C αντιδρώσα πρωτεΐνη (CRP) που αντιπροσωπεύουν αυξημένο κίνδυνο ΚΑΝ.
Η Αμερικανική Εταιρία Περιοδοντολογίας (AAP) σαφώς συστήνει πως ασθενείς και ιατρικό προσωπικό θα πρέπει να ενημερωθούν πως η περιοδοντική υγεία μπορεί να προλαβαίνει την έναρξη ή την εξέλιξη ασθενειών που σχετίζονται με την αθηρωσκλήρωση.
Σήμερα, σε διεθνές επίπεδο συμφωνείται ότι: